Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014
Oι ταινίες της εβδομάδας (31/01)

«Στη χώρα των άλλων», οι χαρακτήρες ενός σεναρίου θα αντιγράψουν στιγμιότυπα ζωής, μνήμης αλλά και φαντασίας μιας φοιτήτριας αλλά και της μητέρας της. Η Ιζαμπέλ Υπέρ φροντίζει να έχει έντονη παρουσία σε κάθε σκηνή σε μια ταινία που δεν μας ταξιδεύει στην χώρα των άλλων αλλά στη χώρα του άλλου μας εαυτού με οδηγο ένα παλιό χάρτη ψυχής μουτζουρωμένο από «πρέπει» και «όνειρο».
Το «Εγώ, ο εαυτός μου και η μαμά» αυτοπροσδιορίζεται ως Αλμοδοβαρική κωμωδία αλλά δεν τα καταφέρνει και θυμίζει ένα αποτυχημένο πάντρεμά του «pedale douce» με ανέμπνευστα επεισόδια των «10 Μικρών Μίτσων». Η μεγάλη επιτυχία στη Γαλλία γίνεται πλαστό διαβατήριο για διεθνή καταξίωση. Θυληπρεπής νέος βιώνει την αγάπη και την καταπίεση της μητέρας του στον πραγματικό και τον φανταστικό κόσμο, στην προσπάθεια του να επιλέξει αν είναι στρέιτ σε λάθος σώμα ή δειλός γκέι που κωλώνει να κάνει το πρώτο βήμα. Η παγωμένη Γαλλίδα μάνα και ο νεαρός πανάσχημος γιός της (ερμηνευμένοι και οι δύο υπερβολικά από τον κατά τα άλλα ταλαντούχο Guillaume Gallienne), στερείται οικουμενικότητας και εγκλοβίζεται στην γαλλόφωνη κακογουστιά. Άχαρο και κρύο, δεν θα καταφέρει ποτέ να γίνει το μεγαλοπρεπές –και υποψήφιο για Όσκαρ- «ένα αγόρι στα ροζ»
Η «Λιμουζίνα» μας πηγαίνει σε ένα καφέ στο Παρίσι του 60, που ανεξαρτήτως την γλώσσα που μιλάς, όλοι σου απαντούν σε καλά –ή λιγότερο καλά- Ελληνικά, ξεκινάει η ιστορία μας. Ο Μάρκος επικοινωνόντας με τον Αραμπάλ και τον Μπέκετ θα ανακαλύψει το ταλέντο του στην αφήγηση παραμυθιών και θα αποφασίσει να γράψει το πρώτο του εμπνευσμένο από μια ιστορία που του έλεγε η γιαγιά του. Τελικά η ίδια η ζωή του θα γίνει ένα παραμύθι όταν ο φίλος του ο Μαξ του γνωρίσει την Κολέτ και μαζί αποφασίσουν να ταξιδέψουν στην Αθήνα. Η Κολέτ για εκείνον είναι σαν ένα ξεχασμένο κομμάτι του Ζορζ Μπρασάνζ. Στη διαδρομή και τις περιπέτειες τους, θα προστεθεί ως μουσική υπόκρουση στα πραγματικά παρατράγουδα, το κονσέρτο για βιολί Ν. 5 του Μότσαρτ, που η τόσο λανθασμένη χρήση του θα σας φέρει σε αμηχανία μέχρι την ολοκλήρωση της ταινίας. Αν η ταινία φιλοδοξούσε να είναι ένας φόρος τιμής στα παραμύθια, χάνει τον στόχο της. Για εμένα τα παραμυθια στον κινηματογράφο θέλουν εικόνες, όχι λογια και ατελείωτη φλυαρία. Η πανέμορφη Δούκισσα Νομικού παραμένει ακαθοδήγητη και η τελευταία παρουσία του Λευτέρη Βογιατζη είναι αδικαιολόγητα μη συγκινητική. Και για να σας φύγει και η απορία, τι στον κόρακα σημαίνει ο τίτλος της ταινίας, Λιμουζίνες είναι οι κυρίες από τη Λιμόζ (όπως φαντάζομαι Ελεινές οι κυρίες του L.A.).
Μαθήματα παράφρασης μυθολογίας παρουσιάζει το κακόγουστο τεχνικά “Ηρακλής: η αρχή του θρύλου”. Παταγώδης αποτυχία εκτός Ελλάδας, φιλοδοξεί να βρει το κοινό του στον τόπο κατάγωγής του. Αν ξεχάσεις τους θρύλους που συνδέουν το κοινό με την αρχαιότητα, βλέπεις ένα b-movie σε 3 διαστάσεις, με σκηνοθετικά τεχνάσματα που ενδέχεται να σε κοροιδέψουν και να πεις ότι πέρασες καλα. Στην ουσία της όμως είναι μια ταινία που βάζει σαπούνι κομμένο σε λεπτές φέτες παρμεζάνο και προσπαθεί να σε πείσει να το φας... εκεί όμως δεν λέμε «αφρίζει, δεν αφρίζει, τον παρά μας δώσαμε, ας το δούμε».
Και από τη χλαμύδα, στα χλαμύδια… Aνδρικά μόρια σε freeze frame, μια -μετριοαδιάφορη- στοματική εκτόνωση σε κάποιο βαγόνι, μια αιδοιολειχία της τρύπιας κάλτσας, μια γυναικολογική εξέταση με κολπικά details και «πολύ μιλάς, λίγο φιλάς» που έλεγε κάποτε η Πωλίνα. Τι με χαλάει σε όλο αυτό; Το φιλοσοφικό façade! Ακούγομαι πικρός; Λυπάμαι αλλά αυτό είναι το πρώτο μέρος του «Nymph()maniac». Θα έπρεπε να αποφύγω την κριτική δεδομένου ότι έχουμε δει μόνο το πρώτο μέρος της ταινίας αλλά αφού ο θεατής θα πληρώσει τον παρά του για να δει το πρώτο μισό, αποφασίζω να το αντιμετωπίσω σαν ολόκληρη ταινία. Όοοι περιμένετε σκηνές σκληρού πορνό, την πατήσατε. Όσοι επίσης περιμένετε μια εκ βαθέων ανάλυση στην ψυχή μιας νυμφομανούς, ετοιμαστείτε να θυμώσετε. Η ταινία δεν είναι ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Ο Trier είναι ένας ιδιοφυής δημιουργός που όταν στερείται έμπνευσης και σε όλη την ταινία χρησιμοποιεί την ικανότητα του να σε κάνει συμμέτοχο στα «εγκλήματα» του. Ως εγωπαθής υπερταλαντούχος νάρκισσος, βυθισμένος στην ύβρη, στήνει τον προβοκατόρικο ιστό του και περιμένει να πέσουμε μέσα. Αν πάντως πάρετε την απόφαση να πηδήξετε σε ένα σάλτο μορτάλε, κρατήστε μικρό καλάθι και… προφυλάξεις για τις αντιδράσεις της παρέας σας.
Πηγή: faysbook.gr
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου