Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014
Προειδοποίηση του Κεντρικού Τραπεζίτη της Βρετανίας: Η ανεξάρτητη Σκωτία «θα χρειαστεί να παραχωρήσει εθνική κυριαρχία» αν επιλέξει τη νομισματική ένωση με το Ηνωμένο Βασίλειο.

Σε ομιλία του σήμερα Τετάρτη στο Εδιμβούργο σχετικά με τη σκωτική ανεξαρτησία, ο Μαρκ Κάρνεϋ προειδοποίησε επανειλημμένα ότι μία συμφωνία κοινής χρήσης της στερλίνας και της κεντρικής Τράπεζας της Αγγλίας για να είναι επιτυχής και να έχει διάρκεια θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει στενή συνεργασία μεταξύ των κυβερνήσεων της Σκωτίας και του Ηνωμένου Βασιλείου στις οικονομικές πολιτικές, καθώς και κοινή ανάληψη των κινδύνων σε σημαντικό βαθμό.
Μιλώντας μετά από μία ιδιωτική συνάντηση που είχε το πρωί με τον πρωθυπουργό της Σκωτίας Άλεξ Σάλμοντ, ο Κάρνεϋ τόνισε σε εκπροσώπους ανώτερων επιχειρηματικών κύκλων ότι η Σκωτία θα χρειαζόταν να «παραχωρήσει εθνική κυριαρχία και να περιορίσει την αυτονομία της» ώστε να είναι σίγουρη η επιτυχία και η σταθερότητα της νομισματικής ένωσης.
Αν η Σκωτία χάσει τη δυνατότητα της συναλλαγματικής ισοτιμίας, τότε σε περίπτωση ενός οικονομικού σοκ οι δημόσιες δαπάνες, το ύψος των μισθών και το ποσοστό της απασχόλησης θα ήταν τα πρώτα που θα δέχονταν πλήγμα.
Επίσης, τα κοινοβούλια και οι ψηφοφόροι στο υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο θα έπρεπε να συμφωνήσουν σχετικά με την οικονομική διάσωση της Σκωτίας κατά τη διάρκεια μιας κρίσης – κάτι το οποίο, όπως είπε, θα αποτελούσε πολιτική απόφαση και συνεπώς θα ήταν πέρα από τη δικαιοδοσία του διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας.
«Αυτοί οι κίνδυνοι εμφανίστηκαν ξεκάθαρα στην ευρωζώνη κατά τα τελευταία χρόνια, προκαλώντας κρίση δημόσιου χρέους, χρηματοπιστωτική διαίρεση και μεγάλες αποκλίσεις στην οικονομική απόδοση», συμπλήρωσε ο Κάρνεϋ.
«Η ευρωζώνη αρχίζει τώρα να διορθώνει τα θεσμικά της ελαττώματα, αλλά χρειάζονται ακόμα πολλά και σημαντικά βήματα να γίνουν ώστε να επεκταθεί η κοινή ανάληψη των κινδύνων και η κοινοπρακτική χρήση των δημοσιονομικών αποθεμάτων. Με λίγα λόγια, μία διαρκής και επιτυχημένη νομισματική ένωση απαιτεί κάποια παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας».
Οι προειδοποιήσεις του φαίνεται ότι θα δημιουργήσουν νέες αμφιβολίες στους Σκωτσέζους ψηφοφόρους που θα ψηφίσουν φέτος το Σεπτέμβριο στο δημοψήφισμα ανεξαρτησίας της Σκωτίας, το οποίο αν βγει θετικό θα επιτρέψει στη Σκωτία να ακολουθήσει διαφορετικές και ριζοσπαστικές οικονομικές πολιτικές, πολλές από τις οποίες είναι έτσι σχεδιασμένες ώστε να ανταγωνίζονται το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο.
Η λεγόμενη «Λευκή Βίβλος της Ανεξαρτησίας» αναφέρει ότι η ανεξαρτησία θα δώσει στη Σκωτία «την ευθύνη για όλα της τα οικονομικά επίπεδα» και θα «διαμορφώσει τη δική μας δημοσιονομική και οικονομική πολιτική για κάθε ανάγκη και περίσταση αφορά τη Σκωτία».
Αν και η λευκή βίβλος συμπεριλαμβάνει μόνο λίγες εξειδικευμένες πολιτικές, ο Σάλμοντ θέλει να ορίσει το φορολογικό συντελεστή των επιχειρήσεων 3% χαμηλότερα από αυτόν που ισχύει στο Ηνωμένο Βασίλειο για να ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις να μεταφέρουν τα κεντρικά τους στη Σκωτία, να καταργήσει το φόρο αεροδρομίων, να μεταρρυθμίσει τα συστήματα φορολογίας και πρόνοιας και να αυξήσει τις φορολογικές απαλλαγές σε συνάρτηση με τον πληθωρισμό.
Οι οικονομολόγοι, όμως, τον έχουν επανειλημμένα προειδοποιήσει ότι ενώ οι νομισματικές ενώσεις μπορεί να είναι λογικές ως θεωρητική αρχή, απαιτούν εντούτοις πολύ μεγαλύτερη οικονομική και δημοσιονομική ενοποίηση από αυτή που θα μπορούσε ο Σάλμοντ να ανεχθεί, ενώ θα απαιτούν επίσης σαφή συναίνεση των ψηφοφόρων και των κυβερνήσεων σε ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο – δηλαδή, συμφωνίες που μόνο ως εγγυημένες δε θα μπορούσαν να θεωρηθούν.
Ο Κάρνεϋ ξεκίνησε το λόγο του σα να ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς από όσους έχουν ακουστεί μέχρι σήμερα πάνω στη συζήτηση της ανεξαρτησίας, λέγοντας ότι υπάρχει μία ορθολογική θεωρητική βάση στη σύσταση νομισματικής ένωσης, ειδικά μεταξύ δύο χωρών που διαθέτουν πολύ παρόμοιες οικονομίες.
Η νομισματική ένωση εξαλείφει το κόστος μεταφοράς συναλλάγματος, προάγει τις επενδύσεις αφού μειώνει την αβεβαιότητα σχετικά με τις νομισματικές διακυμάνσεις, θα μπορούσε να προωθήσει τη συνεργασία, να αυξήσει τον εμπορικό ανταγωνισμό και να υποβοηθήσει τη μετακίνηση εργαζομένων, αφού προωθεί το εσωτερικό εμπόριο και την ανταλλαγή τεχνολογίας.
«Κατά αυτόν τον τρόπο, τα μέλη μίας νομισματικής ένωσης θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν περισσότερο τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα και να εξασφαλίσουν μεγαλύτερες δυναμικές απόδοσης», ανέφερε στο γεύμα εργασίας με το Σκωτικό Συμβούλιο Ανάπτυξης και Βιομηχανίας.
Όμως πρόσθεσε: «Απέναντι σ’ αυτά τα οφέλη βρίσκεται το τεράστιο κόστος της παράδοσης της ανεξαρτησίας της οικονομικής πολιτικής, η οποία μπορεί να προσαρμοστεί στις ανάγκες της περιοχής και να ορίσει μία ευέλικτη ισοτιμία ικανή να απορροφήσει τα πιθανά οικονομικά σοκ».
Ο Κάρνεϋ επανειλημμένα υπονόησε ότι πιστεύει ότι η τρέχουσα δομή του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν το καλύτερο μοντέλο μίας νομισματικής, δημοσιονομικής και πολιτικής ένωσης, η οποία επιτρέπει την κοινή ανάληψη κινδύνων, την κοινοπρακτική χρήση των πόρων και τη μεγιστοποίηση του ανοικτού και ελεύθερου εμπορίου.
«Η υφιστάμενη τραπεζική ένωση μεταξύ της Σκωτίας και του υπόλοιπου Ηνωμένου Βασιλείου απεδείχθη να έχει διάρκεια και απόδοση», όπως ανέφερε. Έχοντας έναν κοινό νομοθέτη, ένα κοινό σύστημα εγγύησης των καταθέσεων και μία κοινή κεντρική τράπεζα «βοήθησε να εξασφαλιστεί ότι η Σκωτία σήμερα μπορεί να συντηρεί ένα τραπεζικό σύστημα του οποίου το συνολικό ισοζύγιο είναι σημαντικά μεγαλύτερο από το ΑΕΠ της χώρας».
Στη συνέχεια πρόσθεσε: «Η ευρωζώνη μας έδειξε τους κινδύνους του να μην υπάρχουν αυτές οι κοινές ρυθμίσεις, καθώς και τις δυσκολίες που προβάλουν κατά την προσπάθεια συνάθροισης των επιμέρους εθνικών κυριαρχιών ώστε να δημιουργηθούν αυτές οι ρυθμίσεις».
«Μία ανεξάρτητη Σκωτία θα πρέπει να εξετάσει προσεκτικά το πώς θα αναπτύξει τις σχέσεις της με το Ηνωμένο Βασίλειο, ώστε να είναι ταυτόχρονα συνεπείς με την εθνική της κυριαρχία και επαρκείς ως προς τη διατήρηση της οικονομικής της σταθερότητας».
«Η Σκωτία θα χρειαστεί να εγγυηθεί το αξιόχρεο των τραπεζών της, αλλά και να υιοθετήσει μία «τραπεζική ένωση» με το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο. Θα χρειαζόταν ένα αξιόπιστο σύστημα τραπεζικών εγγυήσεων, μία σαφή κοινή νομοθεσία διευθέτησης τραπεζικών αντιδικιών, καθώς και πρόσβαση στα αποθεματικά της Τράπεζας της Αγγλίας σε περίπτωση κρίσης.»
Ο Κάρνεϋ τόνισε ότι μία αποτελεσματική και σταθερή νομισματική ένωση θα χρειαζόταν μία κεντρική δημοσιονομική αρχή και κοινές δημοσιονομικές πολιτικές – δηλαδή μία στρατηγική που θα είχε άμεσες επιπτώσεις στην ικανότητα της Σκωτίας να καθορίζει πολιτικές που εξυπηρετούν καλύτερα τις δικές της ανάγκες από ότι αυτές του Ηνωμένου Βασιλείου.
Και αυτό είναι ακόμα μεγαλύτερης σημασίας, αφού η Σκωτία θα καθίστατο αδύναμη πλέον να ρυθμίσει τη δική της ισοτιμία ώστε να βοηθηθεί σε περίοδο οικονομικών δυσκολιών.
«Όντας σε μία νομισματική ένωση μπορεί να ενισχυθεί η δημοσιονομική πίεση σε ένα συγκεκριμένο κράτος, περιορίζοντας την ικανότητα του να ασκήσει τον πολύτιμο θεσμικό του ρόλο ακριβώς τη στιγμή που το χρειάζεται περισσότερο από ποτέ. Άρα είναι απόλυτα λογικό να μοιράζονται από κοινού οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι σε ολόκληρη την περιοχή ενός κοινού νομίσματος.»
«Ένα τοπικό σοκ είναι απίθανο να ασκήσει πίεση στα συνολικά δημοσιονομικά μίας μεγαλύτερης και περισσότερο διαφοροποιημένης νομισματικής περιοχής, ειδικά αν προκαλεί μετακινήσεις της ζήτησης μεταξύ των διαφόρων μερών της περιοχής. Κάτι τέτοιο μετατρέπει ένα συγκεκριμένο σοκ που θα δεχτεί η Νέα Σκωτία του Καναδά σε πολύ λιγότερο σοβαρό από ότι το ισοδύναμό του στην Πορτογαλία.»
«Η δεύτερη αιτιολογία για κοινή δημοσιονομική διευθέτηση είναι ότι τα προβλήματα σε μία χώρα είναι πολύ πιθανό να μεταδοθούν σε άλλες. Για παράδειγμα, η απειλή χρεοκοπίας μίας χώρας μπορεί να ενεργοποιήσει μία γενικευμένη κρίση, ειδικά αν οι υποχρεώσεις της εν λόγω χώρας διακρατούνται από το τραπεζικό σύστημα της ευρύτερης νομισματικής περιοχής.»
«Χωρίς κοινά δημοσιονομικά, θα είναι προς το συμφέρον των άλλων χωρών της ένωσης να διασώσουν τη χώρα που βρέθηκε σε κρίση, αλλά κάτι τέτοιο μειώνει τα κίνητρα των χωρών να διαχειρίζονται εξαρχής συνετά τα δημοσιονομικά τους. Κατ’ ελάχιστον, αυτό το πρόβλημα «ηθικού κινδύνου» θα οδηγήσει στην ανάγκη θέσπισης αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων, που θα ενδυναμώνει τη συνετή συμπεριφορά όλων των μελών της ένωσης, αν και θα είναι πολύ δύσκολο να επιβληθούν αξιόπιστες τιμωρίες στις περιπτώσεις που παραβιάζονται αυτοί οι κανόνες.»
Σε απάντηση στην ομιλία, ο Σκωτσέζος υπουργός οικονομικών John Swinney είπε: «Ο κ. Κάρνεϋ μας παρείχε μία σπουδαία και κατανοητή ανάλυση σχετικά με το πώς μπορεί μία νομισματική ένωση να δουλέψει στην πράξη και κάθε ένα από τα σημεία που ανέφερε ως όρους τεχνικών απαιτήσεων έχουν εξεταστεί λεπτομερώς από τη Δημοσιονομική Επιτροπή, της οποίας ηγούνται δύο νομπελίστες. Καλωσορίζουμε τη δέσμευση της Κεντρικής Τράπεζας για περαιτέρω τεχνικές συζητήσεις με τους αξιωματούχους της Σκωτικής κυβέρνησης, οι οποίες θα συνοψίσουν την εργασία που έχει ήδη αναληφθεί, συμπεριλαμβάνοντας την έκδοση της αναφοράς της Δημοσιονομικής Επιτροπής επί του μακροοικονομικού πλαισίου μίας ανεξάρτητης Σκωτίας, η οποία θα συμπεριλαμβάνει προτάσεις για μία οικονομική ζώνη της στερλίνας.
Τελικά, όπως έκανε σαφές ο κ. Κάρνεϋ, η οικονομική ζώνη της στερλίνας είναι ένα θέμα στο οποίο θα πρέπει να συμφωνήσουν οι δύο κυβερνήσεις. Μία τέτοια οικονομική περιοχή είναι η θέση της κοινής λογικής, καθώς εξυπηρετεί τη συντριπτική πλειοψηφία των οικονομικών συμφερόντων τόσο της Σκωτίας, όσο και του υπόλοιπου Ηνωμένου Βασιλείου».
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου